ἀνατρέχοντας

ἀνατρέχοντας
ἀνατρέχω
run back
pres part act masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • αναλογία — Στα μαθηματικά λέγεται ότι τέσσερις πραγματικοί αριθμοί, διατεταγμένοι και διάφοροι από το μηδέν, α, β, γ, δ είναι σε α. –και γράφεται α:β = γ:δ– εάν ο λόγος α/β είναι ίσος με τον λόγο γ/δ (π.χ. οι αριθμοί 2, 1, 4, 2 είναι σε α.). Αν οι αριθμοί α …   Dictionary of Greek

  • ζωογεωγραφία — Κλάδος της ζωολογίας που ασχολείται με την κατανομή των ζώων στην επιφάνεια της Γης και στα νερά. Για τις έρευνές της, η ζ. συνεργάζεται με άλλες επιστήμες, όπως με τη φυσική γεωγραφία (με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το κλίμα, την ωκεανογραφία, την… …   Dictionary of Greek

  • ψυχή — I Λεπιδόπτερο έντομο της οικογένειας των ψυχιδών. Το γένος αυτό αριθμεί πολλά είδη, που ζουν κυρίως στην Ευρώπη. Το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα των ψ. είναι ο γεννητικός του διμορφισμός. Τα αρσενικά έχουν φτερά και χνουδωτό σώμα και πετούν συχνά… …   Dictionary of Greek

  • Βιργίλιος — (Publius Vergilius Maro, Άνδεις [σημερινό Πιέτολε, κοντά στη Μάντοβα] 70 π.Χ. – Μπρίντιζι 19 π.Χ.).Λατίνος ποιητής, από τους κορυφαίους των ρωμαϊκών χρόνων. Ταπεινής καταγωγής, πήγε στο Μιλάνο για να σπουδάσει ρητορική και μετά στη Ρώμη, όπου… …   Dictionary of Greek

  • Βρυέννιος — Επώνυμο μεγάλης βυζαντινής οικογένειας. 1. Θεόκτιστος (9ος αι.). Βυζαντινός στρατηγός. Με εντολή της αυτοκράτειρας Θεοδώρας στράφηκε το 849 εναντίον των Σλάβων της Πελοποννήσου, τους οποίους κατόρθωσε να περιορίσει στην περιοχή του Ταϋγέτου, ενώ… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… …   Dictionary of Greek

  • Κικέρων — (Marcus Tullius Cicero, Αρπίνο 106 π.Χ. – 43 π.Χ.). Ρωμαίος ρήτορας, συγγραφέας και πολιτικός. Καταγόταν από οικογένεια πληβείων, η οποία είχε προαχθεί στην τάξη των ιππέων. Το όνομα Cicero προέρχεται πιθανότατα από κάποιο προγονικό παρατσούκλι… …   Dictionary of Greek

  • κινούμενα σχέδια — Κινηματογραφικές ή τηλεοπτικές ταινίες, στην κατασκευή των οποίων χρησιμοποιούνται ακολουθίες κατάλληλα σχεδιασμένων σκίτσων, φωτογραφιών ή ηλεκτρονικών σκίτσων, των οποίων η ταχύτατη διαδοχική προβολή δημιουργεί στον θεατή την ψευδαίσθηση της… …   Dictionary of Greek

  • Μπάζεντοφ, Γιόχαν Μπέρναρντ — (Johann Bernard Basedow, Αμβούργο 1723 – Μαγδεμβούργο 1790). Γερμανός παιδαγωγός. Ιδρυτής του παιδαγωγικού κινήματος του «Φιλανθρωπισμού», ο Μ. τόνισε τη σημασία μιας διδακτικής μεταρρύθμισης που θα έθετε ως σκοπό την επίτευξη της ευτυχίας των… …   Dictionary of Greek

  • Πάνταινος — I (2ος αι. μ.Χ.). Χριστιανός φιλόσοφος των χρόνων του Κομμόδου· οι πληροφορίες για τη ζωή του και τη δράση του είναι ελάχιστες και αντιφατικές. Φιλόσοφος με στωικοπυθαγόρεια παιδεία, δίδαξε στην Αλεξάνδρεια, και θα μπορούσε ίσως να ταυτιστεί με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”